Ο ρόλος της ανησυχίας στο γενικευμένο άγχος

Πως λειτουργεί η ανησυχία και ποιος ο ρόλος της

Το γενικευμένο άγχος χαρακτηρίζεται από την παρουσία συγκεκριμένων μορφών ανησυχίας, οι οποίες ενεργοποιούνται εντός της καθημερινότητας και αφορούν σε γεγονότα της «καθημερινής ζωής». Το επίκεντρο και περιεχόμενο της ανησυχίας ενός ατόμου μπορεί να μεταβληθεί από τη μία μέρα στην άλλη. Ωστόσο, βασικό σημείο του γενικευμένου άγχους είναι ότι διαρκώς επινοεί διάφορα αιτιώδη γεγονότα, τα οποία πυροδοτούν την ανησυχία του ατόμου και διαδέχονται το ένα το άλλο. Για παράδειγμα, μπορεί εντός της ημέρας να αγχωθεί κανείς υπερβολικά ότι λόγω της κίνησης στο δρόμο δεν καταφέρει να φτάσει στη δουλειά του. Στη συνέχεια, η ανησυχία αυτή μπορεί να δώσει τη θέση της σε μία υπερβολική ανησυχία σε σχέση με τις υποχρεώσεις που έχει να κάνει στην εργασία του τη συγκεκριμένη ημέρα, και εάν θα προλάβει να τις ολοκληρώσει. Έπειτα, μπορεί να βιώσει άγχος σε σχέση με την ώρα που θα γυρίσει σπίτι και εάν θα είναι επαρκής ο χρόνος, ώστε να μαγειρέψει και να κάνει όλες τις πρακτικές δουλειές που είχε υπόψη του. Η μία λοιπόν ανησυχία διαδέχεται την άλλη και δεν επιτρέπει στο άτομο να ηρεμήσει, ενεργοποιώντας ένα διαρκές συναίσθημα ετοιμότητας και ψυχικής υπερδιέγερσης.

Η ανοχή ως προς την αβεβαιότητα

Οι ανησυχίες που αναδύονται κατά το γενικευμένο στρες συνήθως παραπέμπουν σε ορισμένες αρνητικές πεποιθήσεις σε σχέση με την αβεβαιότητα και τις επιπτώσεις αυτής. Όσο περισσότερο φοβάται κανείς ότι δεν μπορεί να διαχειριστεί αβέβαια γεγονότα, τόσο μεγαλύτερη είναι η ανησυχία του και η επακόλουθη αίσθηση ότι δεν έχει τον έλεγχο των πραγμάτων. Η αβεβαιότητα γεγονότων (απουσία δυνατότητας ελέγχου) βιώνεται ως στρεσογόνος και δυσάρεστη, ενώ επηρεάζει την ικανότητα του ατόμου να λειτουργήσει, καθώς τα αβέβαια ή μη αναμενόμενα γεγονότα βιώνονται ως άδικα, αρνητικά και άξια αποφυγής. Για παράδειγμα, εάν προκύψει σε κάποιον ένα πρόβλημα στην εργασία του, μπορεί άμεσα να αισθανθεί ότι δεν μπορεί να το ελέγξει, να ενεργοποιήσει συναισθήματα πανικού και αναξιότητας, με αποτέλεσμα να υπερμεγενθύνει ψυχικά το παρουσιαζόμενο πρόβλημα.

Θετικές πεποιθήσεις σε σχέση με την ανησυχία

Πολλές φορές τα άτομα ενδέχεται να φέρουν θετικές πεποιθήσεις γύρω από τη φύση και τη λειτουργία της ανησυχίας. Μπορεί να θεωρούν πως η ανησυχία και το στρες συνδράμουν στην επίλυση προβλημάτων, ότι αποτελούν παράγοντες κινητοποίησης, ότι είναι θετικά στοιχεία της προσωπικότητας, που μπορούν και προλαμβάνουν αρνητικά γεγονότα, ενώ λειτουργούν προστατευτικά ενάντια σε αρνητικά συναισθήματα.

Για παράδειγμα, μπορεί ένας φοιτητής να θεωρεί ότι αποδίδει καλύτερα όταν ανησυχεί και αγχώνεται, επειδή λόγω της ανησυχίας του μπορεί να διαβάσει περισσότερες ώρες, για να υπερκαλύψει το συναίσθημα άγχους που αναδύεται.

Αρνητικός προσανατολισμός ως προς την επίλυση προβλημάτων

Ο προσανατολισμός σε σχέση με ένα πρόβλημα αφορά στην στάση και αυτοπεποίθηση που παρουσιάζει το άτομο σε σχέση με τα προβλήματά που μπορεί να βιώνει. Ο αρνητικός προσανατολισμός σημαίνει ότι τα άτομα θεωρούν πως τα προβλήματα προκύπτουν είναι απειλητικά, ενώ ταυτόχρονα αμφισβητούν την ατομική ικανότητα επίλυσής τους, και υιοθετούν μια πεσιμιστική στάση ως προς το ενδεχόμενο αποτέλεσμα. Ως αποτέλεσμα, τείνουν να αισθάνονται μεγαλύτερα επίπεδα στρες όταν αντιμετωπίζουν ή έρχονται σε επαφή με ένα πρόβλημα και αποσύρονται συναισθηματικά ή και πρακτικά, ανεξαρτήτως από το γεγονός ότι οι ικανότητές τους παραμένουν υψηλές και δεν έχουν μεταβληθεί (δεν υπάρχει γνωσιακή αναγνώριση των ατομικών ικανοτήτων). Το αναδυόμενο λοιπόν πρόβλημα βιώνεται ως απειλή, και όσο μεγαλύτερο χρονικό διάστημα παραμένει ανεπίλυτο, τόσο μεγαλύτερο στρες πυροδοτείται.

Γνωσιακή αποφυγή

Η ανησυχία είναι ένα συναίσθημα που τείνει να ενεργοποιεί συμπεριφορές αποφυγής, οι οποίες κατευνάζουν μεν την σωματική ένταση, αλλά μονώνουν τη διαδικασία συναισθηματικής επεξεργασίας. Η ανησυχία συνήθως παίρνει τη λεκτική μορφή ενός εσωτερικού διαλόγου, ο οποίος συνδέεται με περιορισμένη σωματική αντίδραση και ενισχυμένα επίπεδο άγχους, που συνοδεύονται από οπτικές εικόνες ενός ανεπιθύμητου γεγονότος (Για παράδειγμα, εάν φοβάμαι τα αεροπλάνα, λέω διαρκώς στον εαυτό μου τι επικίνδυνο γεγονός μπορεί να συμβεί κατά την πτήση και φαντάζομαι εικόνες αεροπορικών δυστυχημάτων). Ως αποτέλεσμα, το σώμα του ατόμου τίθεται σε κατάσταση κινδύνου και «παγώνει», ενώ οι διεργασίες επεξεργασίας συναισθημάτων κωλύονται, με αποτέλεσμα να μην βιώνονται και γίνονται επεξεργάσιμα τα αναδυόμενα συναισθήματα.

Σε γενικές γραμμές λοιπόν, η ανησυχία λειτουργεί τόσο ως μια νοητική ανάπτυξη αρνητικών, μελλοντικών και πιθανών ενδεχομένων (What if scenarios), καθώς και ως μια πνευματική προσπάθεια επίλυσης προβλημάτων. Οι ανησυχίες μπορεί να έχουν δύο μορφές: είτε ανησυχίες που αφορούν σε πραγματικά γεγονότα και προβλήματα είτε ανησυχίες που αφορούν σε υποθετικές καταστάσεις. Κάθε μορφή ανησυχίας απαιτεί διακριτή παρέμβαση, λόγω της διαφορετικής φύσης της. Οι θεραπευόμενοι είναι θεμιτό να εντοπίσουν εάν παρουσιάζουν μια από τις δύο ή και τις δύο μορφές ανησυχιών, μέσα στην καθημερινή τους ζωή, και ποια από αυτές τις μορφές μπορεί να είναι κυρίαρχη.

Picture of Άννα Μαρία Μοσχόβη

Άννα Μαρία Μοσχόβη

Η Άννα Μαρία Μοσχόβη είναι ψυχολόγος με άδεια επαγγελματικής άσκησης, κατόχος διπλώματος στη ψυχολογία από το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών με άριστα.

Κοινοποίησε το Άρθρο:

Facebook
Twitter
LinkedIn

Δείτε Περισσότερα Άρθρα

Cookies